Κασσάνδρεια Χαλκιδικής - Διαδραστικός Χάρτης

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΑΛΤΑΣ (ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑΣ)

Βάλτα - Κασσάνδρα - Κασσάνδρεια

Wednesday, June 24, 2020
Σε μια έρευνα που αναφέρεται στα χωριά της χερσονήσου Κασσάνδρας, αυτό που θα περίμενε κάποιος να δει πρώτο, θα ήταν το κεφαλοχώρι της, τη Βάλτα. Τα πρώτα, όμως, χρόνια μετά την οθωμανική κατάκτηση, δεν είναι βέβαιο ότι ήταν η Βάλτα το μεγάλο χωριό της περιοχής. Έτσι όπως εξελίχθηκε ο οικισμός της, είναι πολύ δύσκολο σήμερα να αντιληφθεί κάποιος την αφετηρία από όπου αυτός ξεκίνησε. Όλοι οι οικισμοί των σημερινών χωριών της χερσονήσου είχαν λίγο-πολύ μια ισόρροπη ανάπτυξη, με την αρχική τους θέση να βρίσκεται μέσα στα σημερινά τους όρια. Η Βάλτα, αντίθετα, ακολούθησε μια μονόπλευρη ανάπτυξη, έτσι που η κοιτίδα της βρέθηκε σήμερα έξω από τον συμπαγή όγκο του οικισμού της. Το 1868 ο Ιωάννης Δρακιώτης σημείωνε για τη Βάλτα: «Λοφίσκος εκτεινόμενος εις μήκος την χωρίζει εις δύο μέρη συνεχή· τουθ’ όπερ την στολίζει. Το μεν είν' ανατολικόν και δυτικόν το άλλο...». Οι στίχοι αυτοί φωτογραφίζουν τη Βάλτα όπως ήταν στα μέσα του 19ου αιώνα, πριν δηλαδή, διογκωθεί ο οικισμός της με την εγκατάσταση ξένων. Τότε το ανατολικό τμήμα της έφτανε μέχρι περίπου στον Αϊ Θανάση και το δυτικό εκτεινόταν βορειοδυτικά του Αγίου Κωνσταντίνου, κοντά στο κονάκι του αγά (σημερινό αστυνομικό τμήμα). Αν κρίνουμε από την ύπαρξη δύο πύργων (καταφύγια για ώρες επιδρομών), που υπήρχαν στα τέλη του 17ου αιώνα, χωρισμένο σε δύο οικισμούς πρέπει να ήταν το χωριό και δύο αιώνες νωρίτερα. Σύμφωνα με αφηγήσεις γερόντων, μέχρι τα τέλη περίπου του 19ου αιώνα ο χώρος της σημερινής πλατείας, στον οποίο καταλήγει ο λόφος του Προφήτη Ηλία, αποτελούσε ένα βαλτότοπο με βούρλα. Τα νερά που ανάβλυζαν από το σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το διοικητήριο, κατέκλυζαν το χώρο γύρω από τον πλάτανο και λοξεύοντας μετά προς τα δεξιά, ακολουθούσαν το λάκκο που σήμερα έχει γίνει δρόμος και οδηγεί κατευθείαν στο κέντρο υγείας.
Νοτιοανατολικά της σημερινής πλατείας, στη θέση του σημερινού διοικητηρίου, ο αρχιεπίσκοπος Κασσανδρείας Ιάκωβος (1832-1846), μετέπειτα πατριάρχης Αλεξανδρείας, είχε χτίσει το 1840 το κτίριο της τότε «αστικής σχολής» (παλαιό δημοτικό σχολείο). Η λειτουργία του σχολείου μέσα στον ακάλυπτο τότε χώρο, είχε στόχο να μοιράσει την απόσταση ανάμεσα στη Βάλτα (ανατολικό τμήμα) και το μαχαλά του Αγίου Κωνσταντίνου. Για την εξυπηρέτηση του ίδιου σκοπού είχε χτιστεί πριν από την Επανάσταση και η ενοριακή εκκλησία, στις τότε δυτικές παρυφές της Βάλτος με πολυούχο τότε τον Άγιο Χαράλαμπο. Η προηγούμενη ενοριακή ήταν του Αη Γιάννη, η οποία είναι και η μοναδική εκκλησία που υπάρχει στην ανατολική πλευρά του χωριού. Ο περίβολος της εκκλησίας αυτής, σύμφωνα με τον κώδικα της Ι. Μητρόπολης Κασσανδρείας, υπήρξε «παλαιό νεκροταφείο». Συνεπώς η κοιτίδα της Βάλτας θα πρέπει, σύμφωνα με τις συνήθειες εκείνης της εποχής, να αναζητηθεί στα δυτικά αυτής της εκκλησίας, σε μια απόσταση γύρω στα διακόσια μέτρα· στο σημείο, δηλαδή, που βρίσκεται και η μοναδική πηγή, από την οποία συνέχισε να υδροδοτείται το ανατολικό τμήμα του χωριού μέχρι τη δεκαετία 1950-1960. Η πηγή βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του ρέματος, με τον οικισμό της Βάλτας να εκτείνεται στην απέναντι πλευρά, στην νοτιοανατολική δηλαδή πλαγιά του λόφου του Προφήτη Ηλία. Ο χώρος αυτός έχει στα ανατολικά του την εκκλησία του Αη Γιάννη. Αν εξαιρέσουμε την παρουσία της πηγής, ο τόπος εκείνος δεν ήταν και ο καλύτερος για το στήσιμο ενός οικισμού. Είναι τόπος πολύ περιορισμένος, και μπορεί να έχει απάγκιο από τους βορειοδυτικούς ανέμους, είναι όμως, τελείως εκτεθειμένος στο βορειοανατολικό άνεμο, από τον οποίο υποφέρει περισσότερο η ευρύτερη περιοχή του χωριού. Προφανώς οι άνθρωποι που εγκαταστάθηκαν εκεί φαίνεται ότι δεν είχαν καλύτερη επιλογή. Όταν το 1419 παραχωρήθηκε στη Ρωσική μονή η έκταση του μετοχιού της στην σημερινή Καλλιθέα, δεν έγινε αναφορά στη Βάλτα ως πλησιέστερο χωριό, αλλά στο παλαιοχώριο Άγιος Δημήτριος. Στο βακουφναμέ της ίδιας μονής, που συντάχθηκε εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα (1569), ως όρια της έκτασης του μετοχιού αναφέρονται ο πευκόφυτος λόφος νότια της σημερινής Καλλιθέας, τα κτήματα του μετοχιού της Φιλοθέου, το παντοκρατορινό μετόχι (Αζάπικο), ένα ακόμα παντοκρατορινό, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά σε περιοχή της Βάλτας.
Τότε, συνεπώς, ή δεν υπήρχε ακόμα οριοθετημένη περιοχή αυτού του χωριού, ή ήταν τόσο μικρή, που περιοριζόταν πίσω από την περιοχή του μετοχιού της Παντοκράτορας. Είτε στη μία, είτε στην άλλη περίπτωση, αυτό που προκύπτει ως συμπέρασμα είναι ότι η Βάλτα δεν ήταν ένα σημαντικό χωριό.
Η λέξη βάλτα <βάλτος, προκύπτει από τη σλάβικη blato που σημαίνει τέλμα, έλος. Ως ιδιωματισμός η λέξη βάλτα δεν ήταν συνηθισμένη στην Κασσάνδρα· η έννοια του έλους αποδόθηκε συνηθέστερα με τις λέξεις αμπάρα, ποτόκι, ποτούκα, μπουλαμάτσι και βάλτος όχι όμως σε γένος θηλυκό, όπως συναντιέται στα βλαχοχώρια. Ο χώρος γύρω από την εκκλησία του Αη Γιάννη, που βρίσκεται στη συμβολή δύο ρεμάτων είχε όλα τα χαρακτηριστικά που οι Βλάχοι θα ονόμαζαν Balta.
Το όνομα, επομένως του χωριού, μάλλον σχετίζεται με την έντονη παλαιότερα παρουσία των νομάδων στην Κασσάνδρα, τα χειμαδιά των οποίων στήνονταν μακριά από τις ακτές. Η μεσημβρινή πλευρά του λόφου του Προφήτη Ηλία, αυτή που «βλέπει» προς τη Βρύση της Απανωχώρας είναι σημαντικά καλύτερη της προηγούμενης γιατί είναι προφυλαγμένη από τον βορειοανατολικό άνεμο και έχει μεγαλύτερο άνοιγμα. Συνεπώς, για τον λόγο που δεν επέλεξαν αυτή την πλευρά οι οικιστές της Βάλτας, το μόνο που μπορούμε να υποθέσουμε είναι ότι αποτελούσε περιοχή κάποιου άλλου χωριού, με πιθανότερη αυτή της Απανωχώρας. Η ανασκαφή στο νεκροταφείο του Προφήτη Ηλία της Βάλτας αποκάλυψε ταφές δέκα περίπου αιώνων. Πιθανολογείται μάλιστα για κάποια ευρήματα ότι ανήκουν στην παλαιοχριστιανική εποχή, ενώ ασφαλέστερη χρονολόγηση είναι αυτή που προκύπτει από δύο «υστεροκομνήνεια» νομίσματα (τέλη του 12ου αρχές του 13ου αιώνα). Από την ύπαρξη ταφών της υστεροβυζαντινής εποχής γύρω από την εκκλησία του Προφήτη Ηλία, σε συνδυασμό με την απουσία ευρημάτων προηγούμενης κατοίκησης σε όλη την έκταση του σημερινού οικισμού της Κασσάνδρειας (Βάλτας), οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η θέση του οικισμού εκείνης της ενορίας του Προφήτη Ηλία πρέπει να βρισκόταν δυτικά της εκκλησίας, σε μία απόσταση περί τα διακόσια μέτρα από αυτήν, θέση η οποία αποτελούσε περιοχή της Απανωχώρας.
Τεκμηριωμένη άποψη για τη θέση του οικισμού της Απανωχώρας δεν υπάρχει· στην κοινωνία της Βάλτας η θέση του είναι συνυφασμένη με τη βρύση που είναι γνωστή ως «Βρύση της Απανωχώρας», η οποία απέχει περί τα οκτακόσια μέτρα δυτικά της εκκλησίας του Προφήτη Ηλία. Η άποψη αυτή είναι μάλλον αποτέλεσμα των συχνών αναφορών στη γνωστή ως «Βρύση της Απανωχώρας», η οποία όμως δεν ήταν η μοναδική πηγή εκείνου του χωριού· νοτιοδυτικά της εκκλησίας του Προφήτη Ηλία, και σε μικρή απόσταση από το ρέμα, υπήρχε μία ακόμα πηγή, γνωστή σαν του Αγά η Βρύση. Η πηγή αυτή δεν ήταν τόσο πλούσια όσο η προηγούμενη, φημιζόταν όμως μέχρι τα τελευταία χρόνια (εποχή του μεσοπολέμου) για το καλό νερό της, η σύνδεσή της άλλωστε με τον αγά, δείχνει ίσως και την προτίμησή του σ' αυτήν.
Στο πόρισμα για τα αποτελέσματα της ανασκαφής στο Βυζαντινό νεκροταφείο του Προφήτη Ηλία αναφέρεται ότι, «η μόνη γνωστή αρχαιολογική θέση που έχει εντοπιστεί στην εγγύς της Βάλτας περιοχή είναι ένας λόφος ΝΔ του χωριού με την επωνυμία «Απάνω χώρα» και ίχνη παλαιοχριστιανικής εγκατάστασης». Η πληροφορία αυτή αποδίδεται σε «επιφανειακές έρευνες» του αρχαιολόγου Ιωακείμ Παπάγγελου με την ακριβή θέση της έρευνας να μην οριοθετείται, μάλλον, σωστά. Η αναφορά του οικισμού ως Απάνω Χώρα γινόταν προφανώς σε σχέση με κάποιον άλλο οικισμό, που εκείνος είχε τη φήμη της Χώρας. Παρά τις όποιες εικασίες που θέλουν τη Βάλτα σε μία παράλληλη πορεία ως Κάτω Χώρα, από καμία γραπτή πηγή δεν προκύπτει τέτοια πληροφόρηση. Σε εποχές που το βυζαντινό κράτος έστεκε αδύναμο να υπερασπίσει τις παράκτιες περιοχές του, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να τις εγκαταλείπουν για να εγκατασταθούν σε σημεία απόμακρα από τις ακτές· τότε οι κάτοικοι των νησιών έστησαν σε οχυρές θέσεις τις επάνω χώρες και τις περιέβαλαν με κάστρα.
Χειρότερη υπήρξε τότε η κατάσταση στις ακτές της Κασσάνδρας, όπου η κίνηση των πλοίων από και προς τη Θεσσαλονίκη είχε ως αποτέλεσμα τη μόνιμη παρουσία της πειρατείας. Η πειρατεία, όμως, δεν λυμαινόταν μόνο τα παραπλέοντα πλοία, απομυζούσε και τα πενιχρά οικονομικά των κατοίκων της χερσονήσου, οι οποίοι αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους αναζητώντας ασφάλεια στο εσωτερικό της χερσονήσου, και μάλιστα κοντά σε δάση όπου μπορούσαν να καταφύγουν σε ώρες επιδρομών. Στα 3,5 χιλιόμετρα βόρεια της Βάλτας υπάρχει το τοπωνύμιο Παλαιόχωρα· υπήρξε, επομένως, εκεί ένα σημαντικό χωριό, που σε παλαιότερες εποχές αποτέλεσε την έδρα των αρχών της χερσονήσου. Τότε που οι κίνδυνοι εκπορεύονταν κυρίως από τη θάλασσα, η εγκατάλειψη εκείνης της Χώρας είναι λογικό να ώθησε τους εναπομείναντες κατοίκους στα ενδότερα της χερσονήσου. Αν και δεν υπάρχει σχετική πληροφόρηση, μιας τέτοιας εξέλιξης δημιούργημα θα μπορούσε να θεωρηθεί ο οικισμός της Απάνω Χώρας, με την ονομασία «Χώρα» να εξακολουθεί να αναφέρεται στο παρηκμασμένο πια εκείνο κεφαλοχώρι. Στην οριοθέτηση του μετοχιού της Λαύρας (1592) που βρισκόταν μεταξύ Αθύτου και Βάλτας, αναφέρεται ότι η έκτασή του έφτανε «μέχρι του εσκί κιόι παλαιόν χωρίον», ως «παλαιόν χωρίον» τη συναντούμε και το 1318. Η Παλαιόχωρα ήταν μάλλον γνωστή ως Άγιος Δημήτριος· δύο είναι οι πληροφορίες που συγκλίνουν στην άποψη αυτή. Η πρώτη έρχεται από το χρυσόβουλο του «περιορισμού» της έκτασης του μετοχιού Πύργος της μονής του Αγίου Παύλου, όπου σημειώνεται ότι η δυτική πλευρά του «ακουμβίζει εις την μεγάλης αμάξης γην (οδό) την από του Κάστρου Κασσανδρείας (Πόρτες) πορευομένης εις τον Άγιον Δημήτριον». Η άλλη από το έγγραφο της παραχώρησης της έκτασης του μετοχιού της Ρωσικής μονής το 1419, η οποία σημειώνεται ότι βρισκόταν στην περιοχή του παλαιοχωρίου Άγιος Δημήτριος. Από τα παραπάνω συμπεράνουμε ότι το κεφαλοχώρι Άγιος Δημήτριος βρισκόταν πιο κάτω από την έκταση του μετοχιού της Αγίου Παύλου, νοτιότερα, δηλαδή, από το ύψος του ρέματος του Βόθωνα, και στην τότε κτηματική περιοχή του περιλαμβανόταν και η έκταση του μετέπειτα ρωσικού μετοχιού (περιοχή σημερινής Καλλιθέας). Συνέπεια της απήχησης από την πάλαι ποτέ παρουσία του σημαντικού εκείνου χωριού, το οποίο κατά τη συνήθεια της εποχής εκείνης μάλλον αντλούσε το όνομά του από τον άγιο της εκκλησίας του, θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι αφιερώσεις των εκκλησιών των δύο πλησιέστερων χωριών, της Αθύτου και του Κρομμυδιού, στον Άγιο Δημήτριο. Στο χώρο της Απανωχώρας μπορεί να προϋπήρξε κατοίκηση, αυτή όμως που της προσέδωσε χαρακτηριστικά «χώρας» σίγουρα ήταν η μετακίνηση πληθυσμού από τις ακτές προς το εσωτερικό της χερσονήσου. Η εξέλιξη του διδύμου Απανωχώρα-Βάλτα σε μεγαλοχώρι έχει σχέση με την εγκατάσταση βοεβόδα διοικητή στην περιοχή της, ίσως μάλιστα, συνδέεται με τη δημιουργία του βακουφιού του Γκαζανφέρ αγά (τέλη του 16ου αιώνα).

Το κτίριο του Αστυνομικού Τμήματος Κασσάνδρειας
Το παλαιότερο της περιοχής (1846)


Οι αγάδες, βέβαια, σε καμιά περίπτωση δεν θα επέλεγαν για τόπο εγκατάστασής τους την κλεισούρα της Απανωχώρας, πολύ περισσότερο της Βάλτας. Τα κονάκια τους τα ήθελαν σε ανοιχτωσιές, μακριά από τις μίζερες γειτονιές των ραγιάδων. Το ίδιο έγινε με το κονάκι του Μαντέμ αγά στα Μαντεμοχώρια, το οποίο βρισκόταν στη θέση του κάστρου, έξω από τον τότε Μαχαλά (σημερινά Στάγειρα), στο χώρο που σήμερα έχει στηθεί το άγαλμα του Αριστοτέλη. Την ίδια πρακτική ακολούθησε και ο Τούρκος μπέης στον Άγιο Μάμα, που έκτισε το κονάκι του στο λόφο αριστερά από τη σημερινή είσοδο του χωριού· η θέση του κονακιού ήταν θέμα επιλογής του αφέντη. Ακόμα και τα δύο «καρακόλια» (φρουρές), που υπήρχαν στα δύο μεγαλύτερα χωριά της χερσονήσου μετά τη Βάλτα, σε τέτοια σημεία ήταν χτισμένα, όπως θα δούμε παρακάτω. Τελευταίο κονάκι του Τούρκου διοικητή στη Βάλτα αποτέλεσε το κτίριο, που σήμερα στεγάζει το αστυνομικό τμήμα. Στην ανακαίνισή του, που έγινε γύρω στο 2000, αποκαλύφθηκε, στη νοτιοανατολική γωνία, η κτητορική πλάκα με ανάγλυφη αραβική γραφή, που προφανώς αναφέρεται στο έτος κατασκευής. Πάνω από το παράθυρο του ορόφου, αυτό που είναι δεξιά του εξώστη, βρέθηκε χαραγμένη και η «σωτήρια» χρονολογία 1846, που θα πρέπει να είναι η χρονιά κατασκευής ή ανακατασκευής του κτηρίου, αφού βρισκόμαστε στο ξεκίνημα του τόπου μετά την Επανάσταση. Βέβαια, απουσιάζει ο κτητορικός σταυρός αφού πρόκειται για κονάκι μουσουλμάνου αξιωματούχου. Η μεσημβρινή πλευρά του κονακιού, στην οποία υπήρχε η είσοδος και ο εξώστης, έβλεπε στο χώρο της σημερινής πλατείας, ένα τόπο ειδυλλιακό με πλατάνια και άφθονα νερά, που δεν θα μπορούσε, ένα ραχατλή (rahat = ανάπαυση, χαλάρωση) Τούρκο, να τον αφήσει ασυγκίνητο.
Η ασφάλεια που απέπνεε η παρουσία εκεί της φρουράς του, λειτούργησε ως πόλος έλξης στους δύο γειτονικούς οικισμούς, της Απανωχώρας και της Βάλτας. Τις φρουρές εκείνες τις αποτελούσαν οι λεγόμενοι σεϊμένιδες, γνωστοί και ως σεκμπάν, οι οποίοι πληρώνονταν από τον μισθωτή των φόρων (διοικητή) με ημερομίσθιο. Η δύναμη εκείνη δεν πρέπει να ξεπερνούσε τους δέκα άνδρες. Η έλξη, που ασκούσε το κονάκι του αγά, είχε ως αποτέλεσμα τη μονόπλευρη ανάπτυξη των δύο διπλανών οικισμών. Από την πορεία που διέγραψαν οι δύο εκείνοι μαχαλάδες της «Βάλτας», συγκλίνοντας σε εκείνο το σημείο, φαίνεται ότι εξαρχής το κονάκι στήθηκε εκεί. Εκεί κατέληγαν οι δρόμοι από τις δύο πλευρές της χερσονήσου, ο ένας από τη Φούρκα, μέσω του λάκκου της Αγίας Μαρίνας και της Βρύσης του Αγά, και ο άλλος από τα Παζαράκια, περνώντας από το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής εκείνου του χωριού και τη θέση που σήμερα βρίσκεται το λύκειο. Από εκεί «ξεκινούσε» και ο δρόμος για τις Πόρτες, μέσω του χωριού Κρομμύδι, των μετοχιών Αγίας Αναστασίας (Παπακαλλίνικου), Χιλανδαρίου (Παπαστάθη), των χωριών Βιλαρά και Πίνακας, για να καταλήξει στις Πόρτες.

Ο πρώτος οικισμός

Η Βάλτα ξεκινώντας στα μέσα του 16ου αιώνα από την πηγή δυτικά της εκκλησίας του Αϊ Γιάννη, μέσα σε τρεις αιώνες απλώθηκε μονόπλευρα ακολουθώντας το λάκκο. Το κέντρο της, κατά τους 17ο και 18ο αιώνες, το αποτέλεσε ο χώρος ανάμεσα στα Δαραίικα και τα Ρηγαίικα. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 υπήρχαν εκεί δύο-τρία καφενεία και άλλα τόσα παντοπωλεία (μπακάλικα). Η λειτουργικότητα εκείνου του χώρου, που αποτελεί τη συμβολή έξι δρόμων, εξακολουθεί και σήμερα να συντηρεί ένα-δύο μικρομάγαζα, θεματοφύλακες του ταπεινού εκείνου παρελθόντος, τα οποία όμως, δεν στέκουν ικανά να βάλουν σε υποψία τον επισκέπτη ότι εκείνο υπήρξε το ιστορικό κέντρο της Βάλτας. Η αιτία που προκάλεσε τη βαθμιαία μετατόπιση της Βάλτας δεν μπορεί να άφησε ανεπηρέαστη την Απανωχώρα. Σύμφωνα με μία από τις ιστορίες που διέσωσε η παράδοση, η θέση της βρίσκονταν μέσα σε ρεματιά, και από εκεί, λόγω της νοσηρότητας του χώρου, το «σήκωσαν λένε» το χωριό και το μετέφεραν χαμηλότερα. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, από την ιστορία αυτή, είναι η γνώση του μυθοπλάστη ότι η Απανωχώρα δεν σκόρπισε, αλλά μεταφέρθηκε χαμηλότερα. Η μετακίνηση των δύο οικισμών που άρχισε μετά την εγκατάσταση του αγά, έγινε βαθμιαία και «πήρε» χρόνια. Το πλησίασμα των δύο οικισμών έφερε τους κάτοικους τους πιο κοντά και μέσα από κάθε είδους κοινωνικές σχέσεις, επιγαμίες, κουμπαριές, αλληλοβοήθειες και συνεορτασμούς, αισθάνθηκαν κάτοικοι του ίδιου χωριού. Στο πλαίσιο των προσπαθειών για συνένωση και συγκερασμό των αναγκών των δύο συνοικισμών, κτίστηκε προεπαναστατικά η εκκλησία του Αγίου Χαράλαμπου, σήμερα της Γέννησης της Θεοτόκου, που η απόμερη θέση της δημιουργεί ερωτηματικά, αφού δεν βρίσκεται ούτε στο παλαιό ιστορικό κέντρο του χωριού, ούτε στο νέο. Για τη διοίκηση, βέβαια, το χωριό ήταν ένα μέχρι το 1868, όμως, που την επισκέφτηκε ο λογοτέχνης-ποιητής & δάσκαλος της Αγίας Παρασκευής Ιωάννης Δρακιώτης (& δασκάλου στη Βάλτα κατά τη δεκαετία 1860-1870), η Βάλτα δεν είχε καλύψει την απόσταση μέχρι το χώρο της σημερινής πλατείας (πλάτανος) για να ενωθεί με τον δυτικό μαχαλά. Ένα χρόνο αργότερα ο Νικόλαος Β. Χρυσανθίδης σημείωνε ότι υπήρχε στο χωριό «Τελωνείον ως και Υγειονομείον, αμφότερα υπό Οθωμανών διοικούμενα», καθώς και αγορά «εξ επτά ή οκτώ σποράδην κειμένων εργαστηρίων», εννοώντας προφανώς ότι ήταν διεσπαρμένα κατά μήκος του λάκκου, από το παλιό ιστορικό της κέντρο της Βάλτας μέχρι τη σημερινή πλατεία. Η αγορά τότε απαρτιζόταν από τρία παντοπωλεία, δύο καφενεία, ένα καπνοπωλείο, και ένα υποδηματοποιείο. Δεκαοκτώ όμως χρόνια αργότερα και μετά την εγκατάσταση αρκετών ξένων οικογενειών, ο ερευνητής Νικόλαος Σχινάς που την επισκέφτηκε δεν αναφέρεται πια σε χωριστούς μαχαλάδες, βλέπει σαν κέντρο του χωριού το χώρο γύρω από τον πλάτανο και σημειώνει «Εις το κέντρο του χωρίου μεγάλη και θαυμαστήν πλάτανον και υπ’ αυτήν βρύσην». Σημείωνε ακόμα ότι η Βάλτα είχε τότε δύο χάνια και πέντε «παντοπωλεία καφεία», ενώ ο πληθυσμός ήταν 150 οικογένειες. Ακριβή στοιχεία για την εικόνα που παρουσίαζε το χωριό κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα προκύπτουν από τον αριθμό των κτισμάτων, όπως αυτά αναφέρονται στο Βασικό Φορολογικό Κατάστιχο του 1875, σύμφωνα με το οποίο υπήρχαν τότε στη Βάλτα 234 κτίσματα. Μεταξύ αυτών ήταν είκοσι δύο (22) καταστήματα, ένα (1) καφενείο, και τέσσερις (4) μύλοι. Σημειώνεται επίσης η εκκλησία του χωριού με αριθμό μετώπου 137, με επόμενες καταγραφές το μητροπολιτικό οίκημα και το κτίριο του σχολείου, το οποίο αρχικά λειτούργησε ως σχολαρχείο, όπως του Πολυγύρου, της Αρναίας και της Γαλάτιστας, ενώ στη συνέχεια υποβιβάστηκε σε αστική σχολή, όπως τα περισσότερα σχολεία των χωριών της χερσονήσου. Προεπαναστατικά, η κτηματική περιοχή του χωριού περιλάμβανε καλλιεργήσιμη έκταση 44 ζευγαρίων. Η ερήμωση των χωριών Πίνακας, Βιλαρά και Κρομμύδι είχε ως αποτέλεσμα στο χωριό αυτό να περάσουν, εκτός από το μετόχια Αζάπικο και Κελί, τα μετόχια Κρομμύδι, Παπαστάθη και της Ξενοφώντος μαζί με την περιοχή του πρώην Αναστασίδικου επεκτείνοντας την κτηματική περιοχή του μέχρι τα κτήματα της Σταυρονικήτα. Από το 1671 μέχρι και το 1961 ο πληθυσμός του χωριού κυμαίνεται μεταξύ του 20-26% του συνολικού πληθυσμού της χερσονήσου.

Χαρακτηριστική είναι η απογραφή του πληθυσμού της υποδιοίκησης Χαλκιδικής από την Διεύθυνση Στατιστικής του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στις 19-2-1920.

● Βάλτας
Βάλτα 1.469
Μετόχι Αζάπικο 7
Μετόχι Διονυσίου 31
Μετόχι Δοχειαρίου 55
Μετόχι Εσφιγμένου 14
Μετόχι Καρακάλου 23
Μετόχι Κελί 20
Μετόχι Κρεμμύδι 23
Μετόχι Ξενοφώντος 29
Μετόχι Παπαστάθη 13
Μετόχι Πετριώτικο 45
Μετόχι Σταυρονικήτα 63

Τα μετόχια, που οι περιοχές τους συνορεύονταν με την κτηματική περιοχή της Βάλτας, ήταν (και στην τοπική διάλεκτο):

«Του Κρουμμύδ'» (το Κρομμύδι). Στα βορειοδυτικά του χωριού. Ανήκε σε διαφορετικές περιόδους στα μοναστήρια του Αγίου Παύλου & Βατοπεδίου.
«Του Καρακάλλ’» (του Καρακάλλου). Στα βόρεια περίπου του χωριού κι ανήκε στο μοναστήρι του Καρακάλλου.
«Του Λαυριώτ’κου» (το Λαυριώτικο). Επίσης στα βόρεια (Άθυτος) κι ανήκε στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας.
«Του Ρουσ’κου» (το Ρούσικο). Στα βορειοανατολικά (Καλλιθέα) κι ανήκε στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα.
«Του Αζάπ’κου» (το Αζάπικο). Στα ανατολικά (προς Κρυοπηγή) κι ανήκε στο μοναστήρι του Παντοκράτορα.
«Του Κιλλί» (το Κελλί). Στα νοτιοδυτικά (Σίβηρη) κι ανήκε σε διαφορετικές περιόδους στα μοναστήρια Λεοντίας, Δοχειαρίου, Σιμωνόπετρας & Ιβήρων.
«Του Παπακυρίτση» (του Παπακυρίτση). Πριν την Σκάλα Φούρκας. Δασική έκταση του μοναστηριού Ιβήρων. Αγοράσθηκε πριν από αρκετά χρόνια κι έγινε ιδιωτικό κτήμα Βαλτιώτικο.
Μετόχι Παπαστάθη. Βρισκόταν στην ομώνυμη περιοχή δίπλα στο Μετόχι Καρακάλλου κι ανήκε στο μοναστήρι της Χιλανδαρίου.
Μετόχι Σταυρονικήτα. Βρισκόταν στην περιοχή του χωριού Πίνακας (Σάνη) κι ανήκε στο μοναστήρι του Σταυρονικήτα.
Μετόχι Ξενοφώντος. Βρισκόταν στην περιοχή Μεγάλη Κύψα κι ανήκε στο μοναστήρι του Ξενοφώντος.
Μετόχι Εσφιγμένου. Βρισκόταν στην περιοχή της Νέας Φώκαιας κι ανήκε στο μοναστήρι του Εσφιγμένου.
Μετόχι Αγίας Τριάδας. Βρισκόταν στην περιοχή του χωριού Πίνακας (Σάνη) κι ανήκε στο μοναστήρι  της Χιλανδαρίου.
Μετόχι Μονής Κεκαυμένων. Βρισκόταν στην περιοχή της Μεγάλης Κύψας κι ανήκε στο μοναστήρι του Ξενοφώντος.

Η περιοχή της Βάλτας, ο από ανέκαθεν ζωτικός της χώρος, ευρύνθηκε μετά το 1924 με τις απαλλοτριώσεις των μετοχίτικων περιοχών. Χωράφια από πολλά στρέμματα γης, μοιράστηκαν σε ακτήμονες κατοίκους της Βάλτας.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Περιοχών

ΧΑΡΤΕΣ

ΠΑΛΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Βάλτας

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Α.Τ. Κασσάνδρειας

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Μετοχιών

Google Maps

Weather

Links

Metochia of Kassandra
Kassandra's Churches & Chapels

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΗ ΒΑΛΤΑ (ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑ)

Wednesday, June 24, 2020
Η Βάλτα, που το 1955 μετονομάσθηκε σε Κασσάνδρεια, βρίσκεται στο μέσον περίπου της χερσονήσου της Κασσάνδρας και από ότι γνωρίζουμε μέχρι τώρα από τις πηγές, εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας στα τέλη του 16ου αιώνα (1589-1590). Είναι η εποχή που η Κασσάνδρα παραχωρείται στον αρχιευνούχο του παλατιού Gazanfer Aga, μετατρέπεται σε βακούφι (1591) και ανασυγκροτείται με τη δημιουργία αγιορείτικων μετοχιών και νέων χωριών. Έκτοτε η Βάλτα αναπτύσσεται σε κεφαλοχώρι, καθίσταται κέντρο εμπορίου σιτηρών, έδρα των υποπροξενείων Γαλλίας και Ολλανδίας (18ος αιώνας) και έδρα της Μητροπόλεως Κασσάνδρειας. Από την παλαιότερη ιστορία της Βάλτας και της περιοχής της δεν είναι τίποτα γνωστό από τις πηγές. Από τα αρχαία κατάλοιπα, που ο Γάλλος ερευνητής Avezou κατέγραψε στη Βάλτα -επιγραφές, γλυπτά κ.λπ. - τα περισσότερα αναφέρει ότι έχουν μεταφερθεί από άλλες περιοχές της χερσονήσου. Ακόμη και το περίφημο παλαιοχριστιανικό ανάγλυφο που βρίσκεται πάνω από τη δυτική είσοδο του μητροπολιτικού ναού, συνδέεται με το τέμπλο του ναού του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης ή με τον επισκοπικό ναό της Κασσάνδρειας (Ποτίδαιας).
Η μόνη γνωστή αρχαιολογική θέση που έχει εντοπιστεί στην εγγύς της Βάλτας περιοχή, από παλαιότερες επιφανειακές έρευνες του αρχαιολόγου κ. Ιωακείμ Παπάγγελου, είναι ένας λόφος ΝΔ του χωριού με την επωνυμία «Απάνω χώρα» και ίχνη παλαιοχριστιανικής εγκατάστασης. Η παρακολούθηση εκσκαφών για ανοικοδόμηση στα οικόπεδα του χωριού δεν είχε αποκαλύψει, μέχρι πρόσφατα, κανένα καινούργιο στοιχείο για την παλαιότερη ιστορία του. Το 2016 ωστόσο, κατά τις εκσκαφές δύο οικοπέδων, στον λόφο του Προφήτη Ηλία, στις νότιες παρυφές του οικισμού, βρεθήκαμε σε μια ενδιαφέρουσα για την περιοχή ανακάλυψη. Βορείως και νοτίως του ομώνυμου ναϋδρίου του 1886 εντοπίσθηκε ένα εκτεταμένο νεκροταφείο. Στην ανασκαφική έρευνα που ακολούθησε, κατά το διάστημα Οκτωβρίου - Δεκεμβρίου 2016, αποκαλύφθηκαν εβδομήντα ένας τάφοι, που απλώνονταν από την κορυφή του λόφου ως τις απαλές πλαγιές του, συχνά σε δύο με τρία επάλληλα στρώματα. Η ανασκαφή ήταν σωστική και έτσι ερευνήθηκε μόνο ο χώρος των δύο οικοπέδων, ωστόσο, είναι σχεδόν βέβαιη η συνέχεια του νεκροταφείου γύρω από τον ναό.
Για τη χρονολόγηση του νεκροταφείου τα ευρήματα που προσφέρουν κάποιες σταθερές ενδείξεις είναι περιορισμένα. Τα παλαιοχριστιανικά αγγεία μας δίδουν το παλαιότερο χρονικό όριο, ενώ οι εφυαλωμένες κούπες και τα οθωμανικά νομίσματα του 15ου αιώνα το νεότερο γνωστό. Το μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο αυτών ορίων καλύπτεται από τα δύο υστεροκομνήνεια νομίσματα. Δεν μπορούμε να χρονολογήσουμε με ασφάλεια την κάθε ταφή και να την αποδώσουμε στην εποχή της. Ωστόσο με βάση τα σταθερά χρονολογικά στοιχεία που έχουμε μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα νεκροταφείο που χρησιμοποιείται για διάστημα δέκα αιώνων περίπου. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε, από έλλειψη δεδομένων, ότι για κάποια διαστήματα είχε εγκαταλειφθεί, πρέπει να επισημάνουμε τη διατήρηση της παράδοσης για την κοιμητηριακή χρήση του χώρου επί δέκα αιώνες. Ο οικισμός που ανταποκρίνεται σε αυτό, όπως αναφέραμε, δεν έχει εντοπισθεί ακόμα. Μπορούμε όμως να πούμε ότι η Βάλτα της Τουρκοκρατίας είναι συνέχεια ενός παλαιότερου οικισμού, ο οποίος υπήρχε στην περιοχή. Υπενθυμίζοντας δε το τοπωνύμιο «Απάνω χώρα», στο οποίο έχει εντοπισθεί παλαιοχριστιανικός οικισμός θα πρέπει να αναζητήσουμε και μία «Κάτω χώρα» με την οποία για ένα διάστημα συνυπήρχε. Υπάρχει λοιπόν η λογική πιθανότητα η «Απάνω χώρα», για άγνωστους λόγους, να εγκαταλείφθηκε και ο πληθυσμός να απορροφήθηκε από τον νεότερο, θεωρητικά, οικισμό της «Κάτω χώρας», δηλαδή της μεταγενέστερης Βάλτας. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής από την 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, σε εκσκαφή οικοπέδου εντός του οικισμού, εντοπίσθηκαν ελληνιστικές αρχαιότητες και ερευνήθηκαν από την 16η Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Το παράδειγμα της Βάλτας έρχεται να φωτίσει εν μέρει τα λίγα που είναι γνωστά για ολόκληρη τη χερσόνησο της βυζαντινής Κασσάνδρας. Οι πληροφορίες που έχουμε για αυτήν επικεντρώνονται κυρίως στην εξέλιξη της ελληνιστικής Κασσάνδρειας, ενώ η υπόλοιπη χερσόνησος θεωρείται από τους μελετητές κυρίως ως τόπος βοσκής και καταφύγιο πειρατών με ελάχιστα χωριά, που αναφέρονται σε αγιορείτικα έγγραφα, χωρίς όμως μεγάλη διάρκεια ζωής. Τα χωριά που μαρτυρούνται τον 11ο αιώνα σε έγγραφα της Μ. Παντελεήμονος και Μ. Βατοπεδίου ερημώνονται στις αρχές του 14ου αιώνα πιθανόν εξαιτίας της παροδικής εγκατάστασης στην Κασσάνδρεια της Καταλανικής Εταιρείας (1307-1309). Χωριά που μνημονεύονται, γύρω στον 14ο αιώνα σε έγγραφα της μονής Μεγίστης Λαύρας, στις αρχές του 15ου αιώνα έχουν ήδη εγκαταλειφθεί. Οι προσπάθειες του Ιωάννη Ζ' Παλαιολόγου για ανασυγκρότηση του βορείου τουλάχιστον τμήματος της χερσονήσου δεν είχαν μέλλον και ο 15ος και 16ος αιώνας θεωρούνται μια περίοδος συνολικής ερήμωσης της Κασσάνδρας και χρησιμοποίησής της ως χειμαδιά. Η ανακάλυψη όμως ενός οργανωμένου νεκροταφείου στη Βάλτα, με μια διαχρονικότητα από τους πρωτοβυζαντινούς αιώνες ως τα τέλη του 15ου αιώνα, υποδηλώνει ότι ίσως τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι. Αν πρόκειται για μια μεμονωμένη περίπτωση ή έχει καθολικότερη ισχύ, θα το δείξει η μελλοντική αρχαιολογική έρευνα.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Ανασκαφής 2016

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ:
Wednesday, June 24, 2020

ΝΙΚΟΣ ΚΑΚΟΥ ΝΙΚΟΛΗΣ - ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ «ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ - ΥΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ» (2020)
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Γ. ΜΑΤΑΥΤΣΗΣ - ΔΑΣΚΑΛΟΣ & ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ (1909-1993) «Η κωμόπολη Κασσάνδρεια (πρώην Βάλτα) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ» (2006)
ΤΙΜΟΛΕΩΝ ΜΑΚΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ «Το κτίριο του Αστυνομικού Τμήματος Κασσάνδρας. Το παλαιότερο της περιοχής» (2002) & «ΒΑΛΤΑ-ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ» (2014)
Λήδα Τόσκα & Γεώργιος Χατζάκης (10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων) «ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΗ ΒΑΛΤΑ (ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑ)» (2016)

ΕΡΕΥΝΑ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης - Ηλεκτρονικός, Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2024 ®  - Κασσάνδρεια Χαλκιδικής

ΧΟΡΗΓΟΙ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ (Sponsorship)

SAMARAS MARKET
Friday, December 18, 2020

ΥΙΟΙ ΒΑΣ. ΣΑΜΑΡΑ
ΕΠΙΠΛΑ-ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ

63077 Κασσάνδρεια Χαλκιδικής
Τηλέφωνο: +302374022955
E-mail: samaras@euronics.gr
Website: https://samarasmarket.gr/
Facebook: https://www.facebook.com/profile.php?id=100063709440481
GPS: 40.05119, 23.41342

● Ηλεκτρικές Συσκευές ● Εικόνα-Ήχος
● Υπολογιστές-Multimedia ● Gadgets
● Έπιπλα ● Φωτιστικά ● Κλιματισμός
● Ποδήλατα-Μοτο ● Φροντίδα Μωρού

● Electrical Appliances ● Image-Sound ● Computers-Multimedia ● Gadgets ● Furniture ● Lighting ● Air Conditioning ● Bicycles-Motorcycles ● Baby Care
SAMARAS MARKET KASSANDRIA
  • Back
    Next
Ξενοδοχείο Κρυοπηγή
Friday, December 18, 2020
Το φημισμένο Ξενοδοχείο Κρυοπηγή βρίσκεται στην χερσόνησο της Κασσάνδρας στη Χαλκιδική, είναι ένα ξενοδοχείο διακοπών δίπλα στο καταπράσινο χωριό της Κρυοπηγής.
Χτισμένο στο πιο προνομιακό σημείο του χωριού, σε 120 μ υψόμετρο, δίπλα στο δάσος, προσφέρει απεριόριστη θέα στον Τορωναίο κόλπο και ολόκληρη την περιοχή της Σιθωνίας.
Το ξενοδοχείο είναι χτισμένο με σεβασμό στην τοπική αρχιτεκτονική και διαθέτει δωμάτια και σουίτες πλήρως εξοπλισμένα με όλες τις σύγχρονες ανέσεις για μια ευχάριστη διαμονή στη διάρκεια των καλοκαιρινών σας διακοπών.

Ξενοδοχείο Κρυοπηγή
63077 Κρυοπηγή, Κασσάνδρα, Χαλκιδική
Ιστοσελίδα: https://hotelkriopigi.gr/el/
Facebook: https://www.facebook.com/HotelKriopigi/
Κρατήσεις: reservations@hotelkriopigi.gr
Πληροφορίες: info@hotelkriopigi.gr
Τηλέφωνα: +302374052502 & +302374054030
GPS Coordinates: 40.033282, 23.478008

  • Back
    Next

Βασικός Χορηγός Ιστοσελίδας
© Sunspot Web Design 2019-2024 ®
© Sunspot Web Design 2019-2024 ® 
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη
Αρχείο Φωτογραφιών-Φωτογράφιση
63077 Kassandria Kassandra Halkidiki
Τηλ. +302374023330 & +306971783050
e-mail: kass2010@otenet.gr

design-graphics-vangelis-katsarinis
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση
Tuesday, January 12, 2021
και γενικά η αναπαραγωγή των κειμένων της ιστοσελίδας, με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, χωρίς γραπτή άδεια του δημιουργού. Οι φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του Sunspot Web Design, βάσει του νόμου 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το νόμο 100/1975). Σημειώνεται ότι η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Όλες οι δημοσιευμένες φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία των φωτογράφων και διέπονται από τους νόμους του Ελληνικού Κράτους περί πνευματικών δικαιωμάτων. Δεν επιτρέπεται να αναπαράγετε τo site, εξ ολοκλήρου ή τμηματικά, χωρίς την έγγραφη άδεια των διαχειριστών. Εάν επιθυμείτε να χρησιμοποιήσετε μία ή περισσότερες από τις φωτογραφίες για παρουσίαση σε έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο, υποχρεούστε να αναφέρετε στην ίδια σελίδα και σε ευκρινές σημείο το website: https://kassandria.gr/ως πηγή των εικόνων (link).